Ο Κυριάκος Μητσοτάκης εξελέγη με τη δέσμευση ότι θα μειώσει τους φόρους. Σήμερα αυτό ακούγεται ως κακόγουστο ανέκδοτο. Τόσο η άμεση όσο και η έμμεση φορολογία γονατίζουν τα νοικοκυριά κάθε χρόνο και περισσότερο.
Ο,τι κι αν ισχυρίζονται στα κανάλια τα κυβερνητικά στελέχη για να χρυσώσουν το χάπι και για το 2025, η μοναδική φορολογική δέσμευση που έχει πραγματικά τηρήσει ο πρωθυπουργός από το 2019 είναι η μείωση στα μερίσματα για τους μετόχους. Σε όλα όσα αφορούν τα νοικοκυριά η κυβέρνηση πιέζει ασφυκτικότερα από πολλές άλλες που είχαν χαρακτηριστεί φορομπηχτικές.
Στο προσχέδιο Προϋπολογισμού που κατατέθηκε πρόσφατα στη Βουλή και στη συνέχεια στην Κομισιόν γίνεται σαφές ότι η κυβέρνηση θεωρεί δεδομένη τόσο τη συνέχιση στην αύξηση των τιμών στα είδη σούπερ μάρκετ όσο και στα καύσιμα. Οσο κι αν το Μαξίμου κάνει λόγο δημοσίως για πτώση πληθωρισμού, άρα και της ακρίβειας, δεν προκύπτει κάτι τέτοιο από τον Προϋπολογισμό.
Είναι σοκαριστικό το ποσό που εισπράττεται κάθε χρόνο από την ακρίβεια, απομυζώντας τα εισοδήματα των πολιτών, ειδικά των μικρομεσαίων. Η κυβέρνηση όχι μόνο επιτρέπει με προκλητική απάθεια την ανεξέλεγκτη αύξηση των τιμών, αλλά, όπως ήδη η «δημοκρατία» έχει αναδείξει, ενισχύει κιόλας τις μεγάλες αλυσίδες τροφίμων με επιδοτήσεις και δάνεια από το Ταμείο Ανάκαμψης.
Οι αριθμοί και οι συγκρίσεις που θα αναφέρουμε δεν αμφισβητούνται, αφού τους παρουσιάζει στα προσχέδια Προϋπολογισμών της η ίδια η κυβέρνηση. Για το «κλείσιμο» του 2024 η κυβέρνηση παραδέχεται ότι η ακρίβεια ήταν ακόμα μεγαλύτερη απ’ όση υπολόγιζε:
«Στους φόρους επί αγαθών και υπηρεσιών περιλαμβάνονται κυρίως ο ΦΠΑ και οι Ειδικοί Φόροι Κατανάλωσης, οι φόροι με μορφή χαρτοσήμου κ.ά. Οι φόροι επί αγαθών και υπηρεσιών εκτιμάται ότι θα διαμορφωθούν (σ.σ.: για το 2024) στο ύψος των 36,2 δισ. ευρώ, αυξημένοι κατά 1,1 δισ. ευρώ. Ειδικότερα, τα έσοδα από τον ΦΠΑ αναμένεται να ανέλθουν στο ποσό των 25,2 δισ. ευρώ, αυξημένα κατά 875 εκατ. ευρώ από τον στόχο, ενώ τα έσοδα από τους Ειδικούς Φόρους Κατανάλωσης εκτιμώνται στο ποσό των 7,2 δισ. ευρώ, αυξημένα κατά 125 ευρώ έναντι του στόχου».
Το μεγαλύτερο κομμάτι από την πίτα του ΦΠΑ αφορά το ράφι των βασικών ειδών και των καθημερινών αγορών των πολιτών. Ο φόρος που είναι ευθέως συνδεδεμένος με τις τιμές των προϊόντων έφτασε να υπεραποδίδει σε βαθμό που δεν το περίμενε ούτε η κυβέρνηση. Οσο η ακρίβεια γιγαντώνεται υπέρ των μεγάλων αλυσίδων τόσο αυξάνεται και ο ΦΠΑ που μπαίνει στα δημόσια ταμεία. Είναι και ο λόγος που δεν λαμβάνεται επί τρία χρόνια κανένα μέτρο ουσίας κατά της αισχροκέρδειας, αφού είναι και ο μόνος τρόπος για να «βγαίνει» ο Προϋπολογισμός.
Σύμφωνα με την κυβερνητική εκτίμηση, τα φετινά έσοδα από φόρους για αγαθά – υπηρεσίες θα κλείσουν αυξημένα κατά πάνω από 1 δισ. ευρώ, στα 36,2 δισ. ευρώ. Στον πίνακα του Προϋπολογισμού υπάρχει και η πρόβλεψη για το 2025, που είναι ακόμα πιο σοκαριστική. Για την επόμενη χρονιά τα έσοδα εκτιμώνται στα 37,8 δισ. ευρώ! Δηλαδή, το 2025 αναμένεται να πληρώσουμε επιπλέον 1,6 δισ. ευρώ, κάτι που αποτελεί τη μεγαλύτερη απόδειξη ότι η κυβέρνηση γνωρίζει εκ των προτέρων πως οι τιμές στα πιο αναγκαία αγαθά θα συνεχίσουν να καλπάζουν. Κι ας αναμένεται κάμψη στον γενικό πληθωρισμό.
Για να υπάρχει ένα μέτρο σύγκρισης για ποιο λόγο η Ελλάδα σπάει τα ρεκόρ ακρίβειας από το 2021 αρκεί να παραθέσουμε τα έσοδα του κράτους από τον ΦΠΑ αγαθών των προηγούμενων ετών, όπως έχουν κατατεθεί στους Προϋπολογισμούς.
Φόροι επί αγαθών – υπηρεσιών:
– 2018: 27,4 δισ. ευρώ
– 2019: 27,8 δισ. ευρώ
– 2020 (πανδημία): 24,2 δισ. ευρώ
– 2021 (πανδημία): 26,6 δισ. ευρώ
– 2022: 32,2 δισ. ευρώ
– 2023: 34 δισ. ευρώ
– 2024 (εκτίμηση): 36,2 δισ. ευρώ
– 2025 (πρόβλεψη): 37,8 δισ. ευρώ
Δηλαδή, μέσα σε μία οκταετία τα έσοδα από ΦΠΑ αγαθών, που συνεπάγονται σε έξοδα των πολιτών, θα έχουν αυξηθεί πάνω από 10 δισ. ευρώ, μια έκρηξη στο +40%! Αγοράζοντας όλο και λιγότερα αλλά διαρκώς πιο ακριβά προϊόντα και υπηρεσίες, οι φορολογούμενοι δίνουν «αέρα» στην κυβέρνηση για να παρουσιάζει έναν δήθεν εύρωστο Προϋπολογισμό, έτσι ώστε να υπάρχουν «ντοπαρισμένα» πλεονάσματα και να «δικαιολογούνται» οι απευθείας αναθέσεις ή τα μπόνους ημετέρων, οι υπέρογκες δανειοδοτήσεις στις μεγάλες αλυσίδες ακόμα και τροφίμων, αλλά και τα χρυσοπληρωμένα έργα-φούσκες όπως αυτά που τα πήρε το ρέμα στη Θεσσαλία με τον «Ιανό».
Η κυβέρνηση έφερε έτσι την κατάσταση που, κοιτώντας την ακρίβεια, βλέπει να γεμίζουν τα δημόσια ταμεία, προκειμένου να κάνει «στοχευμένη» παροχολογία εκεί που θέλει. Αυτά τα χρήματα, δηλαδή, δεν επιστρέφουν στους πολίτες ως επένδυση στο κοινωνικό κράτος (Παιδεία – Υγεία – Υποδομές).
Με τον επιλεκτικό τρόπο της η κυβέρνηση χρησιμοποιεί ως άλλοθι την πανδημία του 2020-21 και τον πόλεμο στην Ουκρανία το 2022. Ομως, η σύγκριση δεν γίνεται μόνο με αυτά τα χρόνια, αλλά με το 2018 και το 2019, χρονιές που είχαμε βγει από τα Μνημόνια και η οικονομία έπαιρνε τις πρώτες της ανάσες. Ασφαλώς ούτε και η αύξηση του τουρισμού αποτελεί σοβαρή δικαιολογία για μια τέτοια αύξηση.
Η κυβέρνηση «χτυπά» με τους έμμεσους φόρους, επιτρέποντας το όργιο κερδοσκοπίας στην αγορά σε είδη πρώτης ανάγκης και καύσιμα, για να μπορεί να ισχυρίζεται ότι δεν πλήττει τη μικρομεσαία τάξη με άμεσους φόρους. Ομως, κι εκεί ψεύδεται. Ειδικά από τη στιγμή που έβαλε ένα ισοπεδωτικό και οριζόντιο ετήσιο χαράτσι στους 700.000 ελεύθερους επαγγελματίες.
Τα έσοδα από την άμεση φορολογία εισοδήματος φυσικών προσώπων το 2023 ήταν 12,7 δισ. ευρώ. Το 2024 η τελική εκτίμηση είναι για 14,2 δισ. ευρώ. Και το 2025 η κυβέρνηση προβλέπει πως θα ανέβει στα 15,1 δισ. ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι οι φορολογούμενοι μέσα σε μόνο δύο χρόνια θα πληρώσουν 2,4 δισ. ευρώ περισσότερα.
Τα έσοδα από τον φόρο εισοδήματος των επιχειρήσεων δεν θα έχουν τέτοια αύξηση. Σύμφωνα με τον Προϋπολογισμό που κατατέθηκε το 2023 ήταν 7,1 δισ. ευρώ, το 2024 εκτιμάται σε 7,8 δισ. ευρώ και το 2025 σε 7,9 δισ. ευρώ.
Με λίγα λόγια, τα χρήματα που μπαίνουν από άμεσο φόρο στα δημόσια ταμεία αυξάνονται κατά 11% για τις επιχειρήσεις από το 2023 έως το 2025, όταν για τα φυσικά πρόσωπα εκτινάσσονται στο ίδιο διάστημα κατά 19%.
«Κουτσουρεμένο» το επίδομα θέρμανσης
Με δεδομένο ότι τα τελευταία χρόνια οι προβλέψεις της κυβέρνησης για τις επόμενες χρονιές αποδεικνύονται συντηρητικές, αναμένεται να συγκεντρωθούν περισσότερα έσοδα τόσο από τον ΦΠΑ της ακρίβειας όσο και από την άμεση φορολόγηση των εισοδημάτων. Δηλαδή, η πληγή για τους πολίτες θα μεγαλώσει κι άλλο το 2025 κι από τις δύο πλευρές φορολόγησης.
Αυτό αποδεικνύεται και από την εκτέλεση του Προϋπολογισμού για το 2024 στο α’ εννιάμηνο, όπου διαπιστώθηκε πρόσφατα με τον πλέον επίσημο τρόπο υπέρβαση στόχου με υπερπλεόνασμα σχεδόν 9 δισ. ευρώ. Τα χρήματα αυτά προέρχονται κυρίως από τον ΦΠΑ και τη φορολογία των ελεύθερων επαγγελματιών.
Οι ταχυδακτυλουργοί του Μαξίμου κομπάζουν πως μειώνουν τους φόρους, κάτι που, όπως ήδη αποδείξαμε από τα στοιχεία του Προϋπολογισμού, είναι μια απάτη, αλλά και ότι ως… φιλελεύθερη κυβέρνηση, φιλική προς τις επενδύσεις και τις αποκρατικοποιήσεις, γεννά έσοδα.
Από τα έσοδα μισθωμάτων κτιρίων, υποδομών και προμηθειών λόγω παροχής εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου αναμένονται 87 εκατ. ευρώ λιγότερα έσοδα το 2024 σε σχέση με τον στόχο που είχε τεθεί.
Από τις πωλήσεις πάγιων περιουσιακών στοιχείων μέσω ΤΑΙΠΕΔ τα συνολικά έσοδα για το 2024 θα είναι μόλις 38 εκατ. ευρώ, ένα αμελητέο ποσό. Τα έσοδα από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων θα είναι μειωμένα κατά 786 εκατ. ευρώ.
Ομως, οι δαπάνες του Κρατικού Προϋπολογισμού θα είναι αυξημένες κατά ακόμα 1,5 δισ. ευρώ για τους πολίτες, ώστε να καλυφθούν οι υπόλοιπες τρύπες από τις αποτυχίες της -υποτίθεται- «νοικοκυρεμένης» διακυβέρνησης.
Για τις κοινωνικές παροχές, όπως το επίδομα θέρμανσης, αναφέρεται ότι το ύψος των δαπανών θα είναι μειωμένο κατά 43 εκατ. ευρώ έναντι στόχου και ότι «μέρος των καταβολών θα πληρωθεί τελικά εντός του 2025, ενώ είχε εκτιμηθεί να πληρωθεί εντός του 2024».
Οσο για το δημόσιο χρέος, από τα 403 δισ. ευρώ που θα κλείσει για το 2024, θα αυξηθεί κι άλλο, στα 408 δισ. ευρώ το 2025. Υπενθυμίζουμε ότι το 2020 το δημόσιο χρέος ήταν 374 δισ. ευρώ. Το γεγονός ότι μειώνεται βάσει ΑΕΠ οφείλεται ξεκάθαρα στις πληθωριστικές πιέσεις όλα αυτά τα χρόνια. Παραμένει άγνωστο τι θα συμβεί αν και όποτε ο πληθωρισμός επιστρέψει στα δεδομένα προ 2020 και κυρίως αν ανέβουν ξανά τα επιτόκια δανεισμού, αφού η χώρα μας βγαίνει πλέον και πάλι στις αγορές.
Μπαταχτσής ακόμα και η ίδια η κυβέρνηση
Αρνητικές είναι οι προοπτικές και για την εξέλιξη των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων της Γενικής Κυβέρνησης. Τον Δεκέμβριο του 2022 ήταν 1,7 δισ. ευρώ και τον Ιούλιο 2024 αυτό το ποσό είχε εκτοξευθεί στα 2,6 δισ. ευρώ. Αντί, δηλαδή, να μειώνονται με τόσα πλεονάσματα αυξάνονται, προκαλώντας σοβαρές δυσλειτουργίες στην ήδη στεγνωμένη αγορά.
Ο επικοινωνιακός μηχανισμός της κυβέρνησης εμφανίζει μια καλή εικόνα της οικονομίας. Οι διεθνείς οίκοι, ωστόσο, φαίνεται να μη συμφωνούν, αφού εξακολουθούν να μη δίνουν την πολυπόθητη επενδυτική βαθμίδα, διαπιστώνοντας ότι τα πράγματα δεν είναι ακριβώς όπως τα παρουσιάζει το Μαξίμου.
Ωστόσο, θα πρέπει να θεωρείται πλέον δεδομένο ότι η ακρίβεια θα συνεχίσει να τσακίζει τα εισοδήματα και το 2025, ενδεχομένως και με ακόμα πιο άγριους ρυθμούς, ενώ, αν προκύψουν και αρνητικές διεθνείς συγκυρίες, θα υπάρξουν μεγαλύτερες επιβαρύνσεις, ως είθισται, κάτι που σημαίνει ότι η κυβέρνηση θα συνεχίσει να παρακολουθεί την αφαίμαξη των πολιτών από τις μεγάλες αλυσίδες, που δρουν χωρίς κανέναν ουσιαστικό έλεγχο.
Πηγή: Κυριακάτικη Δημοκρατία
- Εισέλθετε στο σύστημα ή εγγραφείτε για να υποβάλετε σχόλια
Σχόλια